Νίκου Εγγονόπουλου "À Revoir Theophilos"
Το ποίημα αυτό δεν το περιέλαβε ο Εγγονόπουλος σε συλλογή του όσο ζούσε. Το τελικό προσχέδιό του μάλλον τοποθετείται χρονικά στο 1947, έτος που συμπίπτει με τη διοργάνωση της πρώτης ατομικής έκθεσης έργων του Θεόφιλου από το Βρετανικό Συμβούλιο. Ο Εγγονόπουλος συνθέτει, ως ζωγράφος κι αυτός, μια λυρική βιοεργοβιογραφία για τον Θεόφιλο και τον κόσμο του, διατυπώνοντας την άποψή του για τον καλλιτεχνικό βίο και προβάλλοντας την πεποίθησή του για τον ανθρωποκεντρικό χαρακτήρα της τέχνης. Η αποποίηση του ακαδημαϊσμού και των ολοκληρωτισμών, ο γενναίος και περιπετειώδης βίος των μεγάλων υπερβάσεων, η αφοσίωση και η αγάπη για την τέχνη, η αντίδραση απέναντι στη βία και στην αδικία αποτελούν μερικές από τις αξίες που ενυπάρχουν στο ποίημα. Καθώς το À Revoir: Theophilos αποτελεί τη δική του συμβολή στην προβολή του Θεόφιλου, ο Εγγονόπουλος αναδεικνύει την τέχνη ως πατρίδα που ο λαϊκός ζωγράφος επέλεξε, ενώ παράλληλα θέτει θεωρητικά ερωτήματα που σχετίζονται με την πρόσληψή του και τις ιδεολογικές συζητήσεις που προκάλεσε το έργο του. Μέσα από την περιγραφή επιλεγμένων έργων του Θεόφιλου, ο Εγγονόπουλος υπερασπίζεται συγχρόνως τις δικές του θεματικές και χρωματικές επιλογές και συνομιλεί με τους δασκάλους και τους καλλιτεχνικούς του συντρόφους.
Το ποίημα του Νίκου Εγγονόπουλου "À Revoir Theophilos", ένα αφιέρωμα στον λαϊκό ζωγράφο Θεόφιλο, δεν είναι απλώς ένα ποιητικό έργο, αλλά μια βαθιά προσωπική και ηθική δήλωση. Το "À Revoir Theophilos" είναι σημαντικό για διάφορους λόγους: είναι μία ανάγνωση ενός καλλιτέχνη από έναν άλλο, ένας διάλογος μεταξύ 2 διαφορετικών τεχνών, ζωγραφικής και ποίησης. Προτείνει μια εναλλακτική άποψη για την ποιητική παράδοση σε μια εποχή κρίσης ταυτότητας. Αποκαλύπτει βασικά στοιχεία της ποιητικής του Εγγονόπουλου, των επιρροών και του δημιουργικού τρόπου με τον οποίον εργάζεται, διαβάζει, βλέπει, φιλτράρει και μεταστοιχειώνει.
Επίσης είναι ένας τρόπος αντίστασης. Ο Εγγονόπουλος όπως φαίνεται αντιστάθηκε στην εργαλειοποίηση του Θεόφιλου από τη γενιά του '30 μη δημοσιεύοντας το ποίημά του, προσφέροντας μια λυρική βιογραφία με δικούς του ορισμούς παράδοσης και φήμης, ασκώντας κριτική στις ερμηνείες που τον παρουσίαζαν ως εθνικό σύμβολο, δίνοντας έμφαση στην τέχνη ως καταφύγιο και προσωπική έκφραση, χρησιμοποιώντας μαύρο χιούμορ και σύμβολα για να σχολιάσει το πολιτικό κλίμα, και αναδεικνύοντας την ανθρώπινη πλευρά του Θεόφιλου αντί για πολιτικές ατζέντες.
Το ποίημα εξετάζει επίσης σημαντικές ηθικές διαστάσεις: υπερασπίζεται την αυθεντικότητα και την περιθωριακή φωνή, καθώς ο Θεόφιλος παραμένει πιστός στο καλλιτεχνικό του όραμα του παρά τις όποιες παρεξηγήσεις. Παρουσιάζει την τέχνη ως καταφύγιο και σωτηρία, ως υπαρξιακή ανάγκη και όχι ως πολυτέλεια. Απεικονίζει τη ζωή και τον θάνατο του καλλιτέχνη ως ποιητική αγιογραφία, καθώς η τέχνη (και όχι οι κανονιστικότητες) τον κάνει αθάνατο.
Ο υπερρεαλισμός διαδραματίζει σημαντικό ρόλο στο ποίημα: η φαντασία υπερισχύει της πραγματικότητας, καθώς ο Θεόφιλος ζει "μέσα στο όνειρό του". Υπάρχει αντίσταση στους δογματισμούς και υπεράσπιση της αθωότητας. Η τέχνη και η ζωή συγχωνεύονται, με τον Θεόφιλο να πεθαίνει με χρώματα στα ρούχα του, καθώς δεν "έφτιαξε μόνο έργο", αλλά ήταν το έργο.
Η έκδοση του "À Revoir Theophilos" είναι σημαντική σήμερα επειδή φέρνει στο φως μια τρυφερή, στοχαστική και ανθρωποκεντρική πλευρά του Εγγονόπουλου. Δικαιώνει και τιμά την τέχνη των περιθωριακών φωνών. Συνθέτει βιογραφία, μνήμη και ερμηνεία σε μια εποχή που έχουμε ανάγκη από ποιητικές επανασυνδέσεις με το παρελθόν αλλά και ποιητικά οράματα.
Με λίγα λόγια, το "À Revoir Theophilos" δεν είναι απλώς ένα ποίημα, αλλά ένας ποιητικός φόρος τιμής, μια αισθητική, πολιτική πράξη και ένας ύστατος αποχαιρετισμός σε έναν κόσμο όπου η τέχνη ήταν ακόμα υπόθεση ψυχής. Η έκδοσή του σήμερα είναι σημαντική και επίκαιρη.